Στόλος 1.000 ετών αναδύεται στην Πόλη





Βυζαντινά ναυάγια στο «Λιμάνι του Θεοδοσίου», λύνουν το αίνιγμα της αρχαίας τριήρους.
   
Η μεγαλύτερη πρόσφατη ανακάλυψη της υποβρύχιας αρχαιολογίας έγινε στη στεριά. Είναι 32 βυζαντινά πλοία του 1000 μ.Χ. που ήρθαν στο φως στο λεγόμενο «Λιμάνι του Θεοδοσίου», στο Γενί Καπί της Κωνσταντινούπολης

Στον πυθμένα του ...λεγόμενου «Λιμανιού του Θεοδοσίου» (αν και θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο), στην ακτή της συνοικίας Γενί Καπί της Πόλης, βρέθηκαν βυθισμένα- για την ακρίβεια «φυλακισμένα» στην υγρή άμμο- τουλάχιστον είκοσι εμπορικά πλοία με όλο το ξύλινο σκαρί τους, κάποια και με τα εμπορεύματά τους. Η είδηση όμως βρίσκεται και λίγο πιο κάτω. Στον πυθμένα του λιμανιού. «Η Κωνσταντινούπολη έχει συνεχή ιστορία κατοίκησης 8.000 ετών», λέει μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο Τούρκος αρχαιολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τέξας Κεμάλ Πουλάκ για τις αποδείξεις που ήρθαν στο φως μόλις πριν από μερικές ημέρες. Βρέθηκαν απλά κυκλικά και τετράγωνα οικήματα, φτιαγμένα από κλαδιά και λάσπη που κτίσθηκαν προτού ανέβει η στάθμη των υδάτων και σχηματισθεί το λιμάνι, το οποίο είναι γνωστό με το όνομα «Ελευθέριον», από το όνομα ενός ευγενούς που έκανε χορηγίες για την κατασκευή την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η επιβεβαίωση της συνεχούς κατοίκησης ήρθε και με την ανακάλυψη ενός νεκροταφείου πριν από τρεις εβδομάδες, με λείψανα δύο μικρών παιδιών, μιας γυναίκας κι ενός ανδρός του 6300-6000 π.Χ.

Ο Κεμάλ Πουλάκ, γεννημένος στη Σμύρνη, υπηρετεί 27 χρόνια την υποβρύχια αρχαιολογία, περνά τον μισό χρόνο κάτω από το νερό και τον άλλο μισό στο Ινστιτούτο Ναυτικής Αρχαιολογίας του Τέξας. Έχει βρει 32 πλοία στο «Λιμάνι του Θεοδοσίου», αλλά ονειρεύεται ν΄ ανακαλύψει ξανά ένα χαμένο προϊστορικό αρχαίο ναυάγιο. Βρέθηκε χθες στην Ελλάδα για το διεθνές συμπόσιο υποβρύχιας αρχαιολογίας στην Ύδρα- «ΤΑ ΝΕΑ» τον συνάντησαν στη μαρίνα Ζέας.
Ποια είναι η σημασία της ανακάλυψης του «Λιμανιού του Θεοδοσίου» στην Κωνσταντινούπολη;
Είναι τεράστια για την τοπογραφία της Κωνσταντινούπολης την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Για το λιμάνι Ελευθέριον γνωρίζουμε ότι δημιουργήθηκε εκείνη την εποχή και ενσωματώθηκε στο μεγάλο λιμάνι που διαμορφώθηκε επί Θεοδοσίου στο τέλος του 4ου μ.Χ. αιώνα. Τα πλοία που βρέθηκαν το καλοκαίρι του 2005 βυθίστηκαν γύρω στο 1000 μ.Χ. κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας που κατέστρεψε όσα πλεούμενα βρίσκονταν μέσα στο λιμάνι. Δώδεκα πλοία τα κατέκλυσε η άμμος αμέσως και γι΄ αυτό διατηρήθηκαν σε εξαιρετικά καλή κατάσταση. Έπειτα από αυτή την εποχή το λιμάνι έπαψε να χρησιμοποιείται από μεγάλα πλοία, αλλά έμεινε σε χρήση από ψαράδες μέχρι τον 15ο αιώνα, μέχρι την πτώση της Πόλης.
Στο λιμάνι κατέληγε ένα ποτάμι που το γέμιζε με προσχώσεις, με συνέπεια να μετατοπίζεται και να πέφτει σταδιακά σε αχρησία. Για άγνωστους λόγους ποτέ δεν έκαναν εργασίες εκβάθυνσής του. Όταν κτίσθηκε η Πόλη, τα μεγάλα φορτηγά πλοία που μετέφεραν δημητριακά από την Αίγυπτο ανέβαιναν από τα Δαρδανέλλια και ξεφόρτωναν σε σιταποθήκες. Στις αρχές του 7ου αιώνα ξεφόρτωναν πια τα δημητριακά στο λιμάνι της Τενέδου κι από εκεί τα παραλάμβαναν μικρότερα. Τα περισσότερα πλοία που βρίσκουμε δεν είναι ποντοπόρα, αλλά για παράκτια ταξίδια. Τα μεγαλύτερα έχουν μήκος 15 μέτρων.
Ποια είναι τα σημαντικότερα ευρήματα;

Δύο ελαφρές βυζαντινές πολεμικές γαλέρες, γνωστές με το όνομα «δρόμων». Είναι μια πολύ σημαντική ανακάλυψη γιατί τα πολεμικά πλοία σπανίως διατηρούνται. Μια πολεμική γαλέρα που βρέθηκε στη Βενετία χρονολογείται στο 1300. Αυτές είναι μικρότερες βεβαίως, αλλά χρονολογούνται στο 1000 και μέχρι τώρα δεν είχαν βρεθεί αντίστοιχες.

Βέβαια είναι το πιο μικρό δείγμα αυτού του τύπου που είναι ο απόγονος της αρχαίας τριήρους, η οποία κινούνταν από τρεις σειρές κωπηλάτες, ενώ τα δικά μας έχουν δύο σειρές. Το σημαντικό είναι ότι σώθηκαν οι οπές για τα κουπιά, χάρη στις οποίες επιβεβαιώνουμε πλέον ότι η απόσταση μεταξύ των κωπηλατών ήταν 95 εκατοστά. Βρήκαμε και τους πάγκους στους οποίους κάθονταν οι κωπηλάτες και μαζί με τη «γωνία» και την απόσταση από το σώμα του πλοίου έχουμε τις τρεις διαστάσεις της εργονομίας των κωπηλατών. Ποιο είναι το μέλλον αυτών των πλοίων;
Δεν βρίσκονται τέτοια πλοία κάθε μέρα. Είναι πολύ σημαντικά και πρέπει να διασωθούν. Τα πλοία συναρμολογούνται και μεταφέρονται τώρα σε ειδικές υγραινόμενες αποθήκες και σε μεγάλα εργαστήρια όπου θα γίνει η συντήρησή τους. Αυτή η διαδικασία απαιτεί για κάθε ένα πλοίο εργασία 5-6 ετώνίσως και περισσότερο. Έχει δε ήδη ληφθεί η απόφαση για την ανέγερση μουσείου.
Χρυσά νομίσματα και μινωικό κυνήγι
 Ο κορυφαίος Τούρκος αρχαιολόγος Κεμάλ Πουλάκ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ενάλιας Αρχαιολογίας του Τέξας, ανοίγει σήμερα στην Ύδρα το 16ο Διεθνές Συμπόσιο Υποβρύχιας Ναυπηγικής με ομιλία για το εκπληκτικό εύρημα στο «Λιμάνι του Θεοδοσίου», τα 32 βυζαντινά πλοία.
Συνολικά, 200 επιστήμονες από είκοσι χώρες που αναζητούν τα μυστικά της Ιστορίας στον βυθό της θάλασσας θα ανταλλάξουν πληροφορίες και εμπειρίες στο συμπόσιο. Σε μία από τις 78 επιστημονικές ανακοινώσεις, ο Χάρης Τζάλλας, πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής, θα μιλήσει για τις έρευνες που διεξάγει στην Αλεξάνδρεια το Ινστιτούτο Αλεξανδρινών Σπουδών, αναζητώντας τα ίχνη του Μαυσωλείου της Κλεοπάτρας και την ακτογραμμή της αρχαίας πόλης. Ήδη η ελληνική αποστολή πήρε την άδεια να συνεχίσει τις έρευνες και πέραν του ιερού της Ίσιδος που εντοπίσθηκε στην Άκρα Λοχιάδος.
Ο κρίκος που λείπει στην Ιστορία της αρχαίας ναυπηγικής είναι ένα μινωικό πλοίο και μια ελληνοαμερικανι- κή αποστολή με το ωκεανογραφικό πλοίο «Αιγαίο» το αναζητά σε βάθη όπου δεν είναι δυνατόν να καταδυθεί άνθρωπος, 500- 700 μ. στα νότια της Κρήτης, έξω από τους Καλούς Λιμένες. Προς το παρόν από το πρόγραμμα «Δανός», του οποίου ηγείται ο κορυφαίος Αμερικανός Σέλι Μπάσμαν, εντοπίστηκαν και φορτία πλοίων, αμφορείς από το βαθυσκάφος. Στο μεταξύ, κάτω από τη... μύτη των κρουαζιερόπλοιων που αγκυροβολούν στο πολυσύχναστο λιμάνι της Ρόδου ήταν σκορπισμένος ένας θησαυρός.
Κάπου 4.000 χρυσά νομίσματα και ορισμένα αργυρά τουρκικά του 18ου αιώνα ανακαλύφθηκαν σε βάθος μόλις 15 μέτρων, στο περιθώριο των ερευνών που αφορούσαν ένα άλλο σημαντικό μεσαιωνικό εύρημα: δύο πλοία, το ένα από αυτά με πλατύ πυθμένα, ίσως για τη μεταφορά αλόγων. Τα ευρήματα θα παρουσιαστούν από την αρχαιολόγο Καλλιόπη Πρέκα-Αλεξανδρή.

Ιστορίες βυζαντινής πλεύσης
 Ο δρόμων (στο «Λιμάνι του Θεοδοσίου» βρέθηκε ο αρχαιότερος) ήταν ο επικρατέστερος τύπος βυζαντινού πλοίου, με δύο σειρές κουπιών ανά πλευρά, δύο κωπηλάτες ανά κουπί και συνολικά 200 ερέτες (κωπηλάτες). Πρωτοεμφανίστηκε τον 6ο αιώνα, επί των ναυμαχιών του Ιουστινιανού. Το μήκος του, όπως αποδεικνύεται από τα ευρήματα, ήταν 30-40 μ. Η γαλέα (ήταν τα περισσότερα από τα 32 πλοία που βρέθηκαν στο «Λιμάνι του Θεοδοσίου») ήταν μικρότερο πολεμικό πλοίο- πρόδρομος της γαλέρας μαζί με τον δρόμωνα- που εκτελούσε αποστολές ανίχνευσης ή «αγγελιαφόρου», με 60 κωπηλάτες Ο ουσιακός ήταν άλλος τύπος κωπήλατου πλοίου που κινούσε μια «ουσία» Ο πάμφυλος είχε 120-160 κωπηλάτες Το χελάνδιον ήταν βαρύτερος τύπος κωπήλατου πολεμικού πλοίουπρόδρομος της καραβέλας - με δύο ιστούς και ειδικές κατασκευές (ξύλινα κουβούκλια ή «ξυλόκαστρα») στην πλώρη για το περίφημο υγρόν πυρ των Βυζαντινών. Κινούνταν από τρεις «ουσίες» (κάθε «ουσία» ήταν 108 κωπηλάτες)
95 εκατοστά απείχε κάθε κωπηλάτης στον βυζαντινό δρόμωνα, απέδειξαν τα ευρήματα της Κωνσταντινούπολης- του 10ου αιώνα Το 960 ο Νικηφόρος Φωκάς εξόρμησε με 100 δρόμωνες, 200 χελάνδια και 77.000 άνδρες να υποτάξει το Εμιράτο της Κρήτης και αργότερα (το 968) την Κύπρο Μετά το 1260 έγινε προσπάθεια το Βυζάντιο να αποκτήσει νέους τύπους πλοίων, εργασία που ανατέθηκε στους Γασμούλους (Ελληνο-λατίνους) και σε μετανάστες Λάκωνες ή Τζάκωνες, οι οποίοι ήταν κυρίως ναύτες